- στατικοί
- στατικόςcausing to standmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τόξο ή αψίδα — Kαμπυλόγραμμη κατασκευή, γνωστή από την αρχαιότητα, χρησιμοποιούμενη για την κάλυψη ανοιγμάτων αντί του ευθύγραμμου επιστύλιου. Σημαντική ιδιότητα του τ. είναι η μέσω των αψιδολίθων μεταβίβαση των τάσεων των υπερκείμενων φορτίων προς τα… … Dictionary of Greek